Τα φάρμακα διαχείρισης τους σακχαρώδους διαβήτη φέρνουν επανάσταση στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
Μέχρι πρόσφατα τα ενδεδειγμένα φάρμακα για την παχυσαρκία είχαν φτωχά αποτελέσματα, με την επιστημονική κοινότητα να επιμένει κυρίως στην υγεινοδιαιτητική παρέμβαση καθώς και σε βαριατρικά/μεταβολικά χειρουργεία σε περιπτώσεις νοσογόνου παχυσαρκίας, τα οποία βέβαια έφεραν και αρκετούς κινδύνους για τους ασθενείς τόσο κατά τη διάρκεια του χειρουργείου όσο και μετεγχειρητικά.
Στις μέρες μας η φαρμακευτική θεραπεία έχει αλλάξει, με τα φάρμακα διαχείρισης τους σακχαρώδους διαβήτη να φέρνουν επανάσταση στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
Τα εν λόγω φάρμακα ονομάζονται GLP-1 ανάλογα και αγωνιστές και έχουν πλειοτροπική δράση σε διάφορα συστήματα του οργανισμού. Πιο συγκεκριμένα πέρα από την γλυκοεξαρτώμενη έκκριση ινσουλίνης που βοηθά στη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα, μειώνουν ακόμα την γαστρική κένωση και αυξάνουν τον κορεσμό που βοηθά τελικά και στην απώλεια σωματικού βάρους.
Στην παρούσα φάση χορηγούνται ενέσιμα από τον ίδιο τον ασθενή καθημερινά ή εβδομαδιαία ανάλογα με το είδος του αγωνιστή. Οι κλινικές μελέτες για την παραπάνω αγωγή έχουν δείξει αρκετά υποσχόμενα αποτελέσματα με τα ποσοστά απώλειας βάρους να φτάνουν ακόμα και το 20% σε κλινικές μελέτες, ποσοστά που αγγίζουν τα αποτελέσματα βαριατρικών χειρουργείων.
Η φαρμακοθεραπεία μπορεί να συνεισφέρει σε μία καλύτερη προσκόλληση στη διατροφή του ασθενούς, να βελτιώσει την ποιότητα ζωής καθώς και να βελτιώσει προβλήματα σχετικά με την παχυσαρκία. Ωστόσο η αποτελεσματικότητα των φαρμάκων πρέπει να ελέγχεται από την κλινική ομάδα και εάν η απώλεια βάρους δεν είναι η επιθυμητή (>3% σε διαβητικούς ασθενείς και >5% σε μη διαβητικούς ασθενείς σε διάρκεια 3 μηνών) τότε η αγωγή θα πρέπει να διακόπτεται. Συνεπώς η ιατρική παρακολούθηση είναι απαραίτητη καθ όλη τη διάρκεια της θεραπείας.
Πόσο ασφαλής είναι η φαρμακευτική αγωγή;
Οι GLP-1 αγωνιστές αποτελούν ασφαλή φαρμακευτική αγωγή σύμφωνα με τις σύγχρονες κλινικές μελέτες, με τις ανεπιθύμητες ενέργειες να αφορούν κυρίως ήπιες γαστρεντερικές διαταραχές (π.χ ναυτία) σε μία μερίδα ασθενών που λαμβάνει τη θεραπεία.
Ωστόσο οι παρενέργειες αυτές είναι δοσοεξαρτώμενες και στις περισσότερες περιπτώσεις εκλείπουν με την πάροδο του χρόνου. Από την άλλη, να σημειώσουμε ότι παρέχουν και κλινικό όφελος όπως καλύτερη γλυκαιμική ρύθμιση˙ οι GLP-1 αγωνιστές μειώνουν το σάκχαρο του αίματος και βελτιώνουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη, μείωση της αρτηριακής πίεσης ανεξαρτήτου παρουσίας σακχαρώδους διαβήτη, μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου και γενικότερη καρδιοπροστατευτική δράση.
Το μέλλον της φαρμακοθεραπείας
Αν και το μέλλον της παχυσαρκίας παραμένει δυσοίωνο με τα ποσοστά να αυξάνονται επικίνδυνα τόσο στη χώρα μας όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο, το μέλλον της φαρμακοθεραπείας φαίνεται αισιόδοξο. Αναμένονται ασφαλέστερα και ισχυρότερα φάρμακα τα οποία θα βοηθήσουν μία μεγάλη μερίδα ασθενών. Ωστόσο θα πρέπει να τονίσουμε ότι η φαρμακοθεραπεία δεν θα πρέπει να αποτελεί μονόδρομο ή πανάκεια. Η πρόληψη παραμένει το σημαντικότερο ‘’όπλο’’ τόσο με τη σωστή διατροφική εκπαίδευση, όσο και με την ένταξη της φυσικής δραστηριότητας και αποτελεί χρέος όλων των κλινικών η έγκαιρη επαγρύπνηση και ενημέρωση όλων των ασθενών.
Ωστόσο η παρουσία της σωστής και ολοκληρωμένης διατροφής είναι απαραίτητη για να επιτευχθούν οι αντίστοιχοι στόχοι απώλειας βάρους. Πέρα από τα ήδη γνωστά μοντέλα της μεσογειακής διατροφής, στις μέρες χρησιμοποιούνται και άλλα αντίστοιχα, όπως είναι για παράδειγμα η διαλλειματική νηστεία η οποία θα αναλυθεί παρακάτω.
Τι είναι η διαλειμματική νηστεία;
Η διαλειμματική νηστεία αποτελεί μία από τις πιο δημοφιλείς νέες τάσεις στη διατροφή. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται να μάθουν για αυτόν τον τρόπο διατροφής, ενώ απευθύνονται σε ειδικούς για να λάβουν τη σχετική ενημέρωση.
Παράλληλα, οι έρευνες για τη διαλειμματική νηστεία αυξάνονται διαρκώς. Παρόλο που αρχικά οι περισσότερες έρευνες είχαν εφαρμοστεί σε τρωκτικά, οι ερευνητές ενθουσιάστηκαν με την δυνητική αποτελεσματικότητα της διαλειμματικής νηστείας στην πρόληψη και αναστροφή του διαβήτη, το σωματικό βάρος, τη γενετική φθορά που οδηγεί σε γήρανση των κυττάρων και άλλες συνέπειες που προκύπτουν φυσιολογικά με το πέρασμα του χρόνου.
Διαλειμματική Νηστεία ή Υποθερμιδική Διατροφή;
Αναλύοντας περαιτέρω τη διαλειμματική νηστεία θα πρέπει να γίνει κατανοητή η διαφορά με την υποθερμιδική διατροφή. Η υποθερμιδική διατροφή αφορά ένα θερμιδικό ημερήσιο έλλειμμα το οποίο δεν οδηγεί σε υποσιτισμό. Το έλλειμμα αυτό έχει φανεί να μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, την ινσουλινοαντίσταση και να βελτιώνει γενικότερα τη λειτουργία του μιτοχονδρίου όταν εφαρμόζεται ακόμα και σε βραχυπρόθεσμο χρονικό διάστημα (6 μήνες). Ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες και την επικείμενη αύξηση της παχυσαρκίας, μελέτες δείχνουν ότι μεγάλη μερίδα των ατόμων δυσκολεύονται να διατηρήσουν το θερμιδικό έλλειμμα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Από την άλλη μεριά η διαλειμματική νηστεία αφορά ένα γενικό μοτίβο διατροφής με χρονικό και όχι θερμιδικό περιορισμό.
Διαλειμματική Νηστεία και Χρονικός Περιορισμός
Προτού αναφερθούμε στην τελευταία έρευνα, θα πρέπει να επισημάνουμε ορισμένες ορολογίες. Η διαλειμματική νηστεία είναι ένας όρος-ομπρέλα, ο οποίος περιλαμβάνει ένα αρκετά μεγάλο εύρος προσεγγίσεων. Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις όσο αφορά το συγκεκριμένο τρόπο σίτισης ωστόσο όλοι εμπίπτουν σε δύο μεγάλες κατηγορίες.
Πρώτη είναι η εναλλασσόμενη τύπου διατροφή στην οποία κάποιες μέρες το άτομο σιτίζεται κανονικά και κάποιες άλλες υπάρχει ένας μεγάλος περιορισμός θερμίδων. Η δεύτερη και ενδεχομένως πιο διαδεδομένη είναι η χρονικά περιορισμένη σίτιση κατά την οποία το άτομο καταναλώνει τροφές σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα επιτρέποντας μια περίοδο νηστείας 14-18 ώρες.
Άρα που διαφέρει ουσιαστικά η διαλειμματική νηστεία;
Στην ουσία πρόκειται για μια διαφορετική μεταβολική κατάσταση για το χρονικό διάστημα νηστείας κατά την οποία το σώμα παύει να χρησιμοποιεί αποκλειστικά σαν καύσιμο την γλυκόζη από την πρόσληψη τροφής της ημέρας με αποτέλεσμα να χρησιμοποιεί τα λιπαρά οξέα (και στη συνέχεια τις κετόνες) οπότε υπάρχει κινητοποίηση των ήδη υπαρχόντων υποστρωμάτων.
Αυτή η διαδικασία, η ενεργειακή εναλλαγή όπως είπαμε φαίνεται να λαμβάνει χώρα μετά από 12 ώρες νηστείας με το κάθε πρωτόκολλο να έχει τις ιδιαιτερότητες του. Ωστόσο να σημειώσουμε ότι πρέπει να γίνεται η κατάλληλη επιλογή με βάση το ημερήσιο πρόγραμμα του κάθε ατόμου ώστε να υπάρχει και το μέγιστο δυνατό όφελος. Τα οφέλη της διαλειματικής φαίνεται να είναι αρκετά ωστόσο δεν θα αναλυθούν με λεπτομέρεια γιατί χαρακτηρίζονται πιο σύνθετα μεταβολικά μονοπάτια. Σαν γενικό όφελος φαίνεται να μειώνεται το οξειδωτικό στρες, η γενικότερη γήρανση του κυττάρου και να βοηθά και στη διαχείριση του βάρους.
Μπορούν όλοι να χρησιμοποιούν αυτόν τον τρόπο διατροφής;
Η απάντηση είναι πως όχι δεν προτείνεται για όλες τις ομάδες ατόμων. Για παράδειγμα δεν ενδείκνυται για εγκυμονούσες, θηλάζουσες, παιδιά και άτομα προχωρημένης ηλικίας καθώς και άτομα σε ανοσοκαταστολή. Όσον αφορά το σακχαρώδη διαβήτη δεν αποτελεί την καλύτερη διατροφική προσέγγιση καθώς σε πολλές περιπτώσεις ενέχει ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας. Από την άλλη μεριά έχει φανεί να βελτιώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη (που συνυπάρχει συνήθως με την παχυσαρκία με αποτέλεσμα να προτείνεται σε άτομα με προ-διαβήτη.
Από την αρθρογραφία της Οδύσσειας Κωνστάντουρα, Ενδοκρινολόγου – Διαβητολόγου, στο Madame Figaro.